Κυριακή 28 Ιουλίου 2013

Όταν σβήνει ο ήλιος


Όταν σβήνει ο ήλιος και χάνεται το φως
χτυπάνε οι καμπάνες και γίνεται σεισμός,
τότε κι εγώ γλυκιά μου θέλω να με αγαπάς,
να χαίρεσαι μαζί μου, μαζί μου να πονάς.

Να κρύβονται οι καρδιές μας
μέσα στο ίδιο σώμα,
ν’ αγωνιζόμαστε μαζί
στον ίδιο τον αγώνα,
και να κοιμόμαστε αγκαλιά
σ’ ευλογημένο στρώμα.

Σε μια άδεια πολιτεία σε μια έρημη πλατεία
που έχει ανθισμένους δρόμους χωρίς κλέφτες κι αστυνόμους
θέλω εσένα εγώ κοντά μου άγγελέ μου κι ερωτά μου.

Να τρέχουμε ελεύθεροι σφιχτά αγκαλιασμένοι,
μακριά απ’ την μοναξιά και πάντα ερωτευμένοι,
μ’ ένα ιπτάμενο χαλί να φεύγουμε απ’ την γη
και με μια βάρκα στο γιαλό να ζητάμε τον ωκεανό.

Να φτάνουμε σ’ ένα νησί ναυαγοί εγώ κι εσύ.
τα βράδια από την κουπαστή
να αγναντεύουμε την δύση και την ανατολή.
Σ ένα κόσμο άγνωστο που βουλιάζει μες την άβυσσο
Και να μας βρίσκει η αυγή τους δυο μας στον παράδεισο.





Φαίδρα Παπαγεωργίου - Καραγάτσου

Είσαι άπειρο παιδί...

 

                        Είσαι άπειρο παιδί και πονάω πιο πολύ, 

          γιατί οι ένοχοι του κόσμου κι οι εκμεταλλευτές του νόμου! 

               ανεβαίνουν πιο ψηλά πατώντας πάνω στα παιδιά.


                         Ένας ήλιος που θαμπώνει και υπόσχεται πολλά

                          είναι ήλιος που σκοτώνει και σε φέρνει χαμηλά.


                                    Σε ικετεύω σε παρακαλώ!
                                       μείνε έτσι όπως είσαι,
                                    να μπορώ να σε λατρεύω,
                                      να μπορώ να σ’ αγαπώ.


                            
                                        Πάρε λάμψη από σένα
                                        και απ’ το σκοτάδι φως
                                       να διαβείς τα μονοπάτια
                                      της ζωής τα σκαλοπάτια,
                                      πριν σε κάψει ένας ήλιος
                                     που είναι καταστρεπτικός.-






Φαίδρα Παπαγεωργίου - Καραγάτσου

Όλος ο κόσμος ένα χωριό...



Όλος ο κόσμος είναι ένα χωριό,
που τον σκεπάζει των παιδιών μας η αγάπη!
θα ταξιδεύουμε πάντα εμείς στον ίδιο ουρανό,
Μα θα πονάνε τα παιδιά όταν θα ποτίζει τη
Θάλασσα το δάκρυ!

Ολόκληρος ο κόσμος μας τα μάτια τους!
Γραμμένη μες το βλέμμα τους η μεγάλη αδικία!
Χαροπαλεύουν και μ'ένα ευγενικό χαμόγελο,
αγκαλιάζουν τους μεγάλους με λατρεία
Και τους ρωτάνε με αγωνία να τους πουν
γιατί τους κλέβουν από τον ήλιο την ελπίδα!

Όλος ο κόσμος είναι ένα χωριό
που το σκεπάζει ένας καπνός και μαύρη στάχτη.
Πένθιμο και θαμπό τώρα το δειλινό
δεν έχει καλοκαίρια και χειμώνες,
δεν παίζουν τα παιδιά στις γειτονιές
και δεν φυτρώνουν στις αυλές οι ανεμώνες.-




Φαίδρα Παπαγεωργίου - Καραγάτσου

Δηλώνουμε Ερωτευμένοι...



Δηλώνουμε ερωτευμένοι, δηλώνουμε τρελοί
τρέχουμε αγκαλιασμένοι μ’ ένα μαγικό χαλί,
φτάνουμε στον Άρη και στην Αφροδίτη,
ξυπνάμε στο φεγγάρι πάντα την αυγή
αγγίζουμε τ’ αστέρια και τον ουρανό!
μιλάμε με την Πούλια και τον Αυγερινό.


Είμαστε τρελοί κι ερωτευμένοι!
ζούμε σαν θεοί πολύ ευτυχισμένοι,
είμαστε αθάνατοι και δεν θα πεθάνουμε
και την αγάπη μας οι άλλοι δεν την φτάνουνε,
ζούμε και αναπνέουμε με το ίδιο αίμα
και όταν κάνουμε έρωτα Θεέ μου είναι τρέλα!


Δε μας νοιάζει για το χρήμα,
ούτε για τις μετοχές,
γιατί πετάμε στον αέρα
σαν πουλιά μες τις φωλιές.-



Φαίδρα Παπαγεωργίου - Καραγάτσου 

Υπάρχουν άνθρωποι...




Υπάρχουν άνθρωποι που ζούνε σαν θεοί!
Τα έχουν όλα όσα ζητήσουν από τη ζωή...
και όμως δεν το νιώθουν, δεν το καταλαβαίνουν,
θέλουν περισσότερα και γίνονται
Δυνάστες των φτωχών και των αδικημένων.

Η αχαριστία είναι μεγάλη αμαρτία
και όποιος δεν λέει ευχαριστώ,
σε όσα του δίνει η μοίρα,
ποτέ δεν θα δει χαρά και δεν θα ευτυχήσει.

Και αν εγεννήθηκε στη γη,
όλα τα μεγαλεία της
ποτέ δεν θα γνωρίσει!

Υπάρχουν άνθρωποι που ζουνε σαν Θεοί,
δεν κάνουν όμως προσευχή κάθε πρωί,
γιατί έχουν το γκρίζο στην ψυχή
και μια καρδιά κλεισμένη,
γιαυτό και δεν θα μάθουνε
πως ζούνε οι ερωτευμένοι.-




Φαίδρα Παπαγεωργίου - Καραγάτσου

Κυριακή 21 Ιουλίου 2013

Φτάσαμε στο χείλος του γκρεμού...

Ξύπνησα μεσάνυχτα και άνοιξα τα μάτια.
Βλέπω μπροστά φαντάσματα, να κλέβουνε τα όνειρα,
να τα κάνουνε κομμάτια και με το αίμα της ντροπής να χτίζουνε παλάτια.
Μου ανέβηκε ο πυρετός και άρχισα να τρέμω.
Θεέ μου, γεννήθηκα σε μια εποχή, που στη ζωή, δικαίωμα επιλογής δεν έχω.

Δημοκρατία έχουμε και ελεύθερες ιδέες,ζούμε και μεγαλώνουμε με νόμους και με δικαστές
που δεν δικάζουν τώρα πια, μα φοράνε επιλεκτικά σε όποιον θέλουν χειροπέδες.
Στη μισή γη πλούσια τα υλικά αγαθά μεγάλη αφθονία και στην άλλη μισή κατάντια και ντροπή,
γιατί κακόμοιρα μικρά παιδιά πεθαίνουν από πείνα.

Υπάρχει αίσθημα και παλμός και μια ευαισθησία που ανασκευάζει συνεχώς την ίδια θεωρία.
Πως είναι απαραίτητη και μάλιστα αναγκαία η αλληλεγγύη στους λαούς, σε όλους τους ανθρώπους
να δίνουν από το δικό τους βιος και από το υστέρημά τους, σε αυτούς τους ταλαίπωρους θνητούς,
που δεν έχουν ούτε λίγο ψωμί να φάνε τα παιδιά τους.

Μα αλίμονο στους ταπεινούς και στους αδικημένους που ζητάνε από τους μαύρους καβαλάρηδες
 να σκύψουν το βλέμμα πάνω τους και καθαρά να δούν την γύμνια και την αρχοντιά και να τους λυπηθούνε.
Υπάρχει πράγματι στη γη μεγάλη αδικία, εκμετάλλευση με υπερβολική ανισότητα και έξαρση στη βία.
Γιατί γίνονται οι δυνατοί από τους φτωχούς ανθρώπους.
Αυτούς που δουλεύουνε σκληρά με δίχως μεροκάματο και δίχως απαιτήσεις,
μα τρώνε όλοι οι έξυπνοι και άσκοπα τα σκορπάνε,γιατί δεν έχουνε καρδιά, δεν ξέρουνε να αγαπάνε.
Αραδιασμένα πτώματα  σε όλον τον πλανήτη.
Κανείς δεν ενδιαφέρεται, κανείς πια δεν πονάει
και όταν κλαίει ένα παιδί, βοήθεια όταν ζητάει,
ο κάθε χορτάτος το φαί στο σκύλο του πετάει.
Υπάρχει μια αίσθηση, ότι θα έρθει  κρίση στη δύση, στην ανατολή, σε όλο τον πλανήτη.
'Οτι τάχα κινδυνεύουμε από κάποια επιδημία.
Γιατί δεν θα αντέξει και άλλο χτύπημα η ισχυρή οικονομία.
Μεγάλη φτώχεια φοβερή, που θα μας καταστρέψει και μια ζωή με συμφορές κανένας δεν θα αντέξει.
Μα όλα αυτά είναι ευρήματα αυτών που κυβερνάνε, που γίνονται αχόρταγοι, γιατί όσο περισσότερα
έχουνε τόσο πιο πολλά ζητάνε.
 Με τέτοια σπατάλη αλόγιστη με τέτοια ασωτία, χάνονται υλικά αγαθά, που αν μοιράζονται σωστά,
θα ετρέφονταν όλοι στη γη με μεγάλη ευκολία.
Τι ψέμα και τι όνειδος, να χάνεται το χρήμα, για όπλα της καταστροφής και της τρομοκρατίας,
να σκοτώνονται άοπλοι και όλοι οι αθώοι αυτοί που είναι ακίνδυνοι, δεν απειλούν κανέναν.
Να καίγονται τα μέγαρα, χωριά και πολιτείες.
Να δηλητηριάζουν τα νερά, τη φύση, τον αέρα
και οι νεκροί αμέτρητοι, μα προτού να τους κηδέψουν να αρχίζουν πάλι από την αρχή
και να τα ξαναφτιάχνουν και πάνω σ'άλλα πτώματα, να τα ανατινάζουν και μες τα άψυχα
κορμιά τους θησαυρούς να θάβουν.
Μια τρέλα απαράδεκτη, τα λογικά σου να χάνεις.
Ντρέπεσαι που γεννήθηκες και θέλεις να πεθάνεις.

Υπάρχουν ελάχιστοι στη γη και σε όλο τον πλανήτη,που διεκδικούνε τα λεφτά και όλο το χρυσάφι
και το εκμεταλλεύονται ανάλογα με τα γούστα τους, τη γνώμη τη δική τους, για πολυτέλεια, διαφθορά, καταστροφή της φύσης, για να σκορπάνε το θάνατο και έτσι ηδονίζονται με όλες τις αισθήσεις.
Να αφαιρούνε από τον άνθρωπο την ανθρώπινη αξία, για να τον κάνουνε ρομπότ και όργανο δικό τους, να τον κατασκευάζουνε όμοιο με τον εαυτό τους.
Να του πετάνε ψίχουλα, το μυαλό του ν' αρρωσταίνει, να σκοτώνει ανεξέλεγκτα και όταν πια δεν τον
χρειάζονται μονάχος να πεθαίνει.
Είναι να παθαίνεις έμφραγμα, σαν βλέπεις τι συμβαίνει και έτσι αναγκάζεσαι όλα τους τα
εγκλήματα στα αστεία να τα παίρνεις, να αδιαφορείς και να γελάς, να μην καταλαβαίνεις.
Να χορεύεις όπως ο Ταρζάν στην ζούγκλα της ερήμου και σαν ζωάκι άβουλο το τέλος να προσμένεις
και όταν έρθει η ώρα σου, σαν ζόμπι να πεθαίνεις.
Φθάσαμε στο χείλος του γκρεμού, στο πάτο της  αβύσσου και δεν αντέχει πια κανείς να μετράει
μαύρα πρόβατα, να βλέπει την αλήθεια κλεισμένος στο καβούκι του να σέρνεται στην ερημιά,
να κλαίει κάθε νύχτα.
Υπάρχουν οι πολιτικοί, ο Θεός και η θρησκεία,
οι δικαστές και οι νομικοί, τα όργανατης διαπλοκής, σαφώς και η Πολιτεία.

Ο ουρανός κι η θάλασσα, ο ίδιος ο πλανήτης, μα αγνοείται ο λαός, ο άμοιρος πολίτης,
αυτός που κρατάει στην πλάτη του, σε όλη του την πορεία, τη γονιμότητα στη γη και την ισορροπία.
Χαροπαλεύει η φωνή μέσα σε μαύρη τρύπα, που προσπαθεία απ'το φέρετρο να βγάλει την αλήθεια.
Και ένα ηφαίστειο ξεπετάγεται απ'το πιθάρι του Διογένη, με μια λάβα μαγική θαμπά να σιγοκαίει,
να βγάζει την κρέμα από το βυθό, από το χάος την ελπίδα, ν'ανατέλλει ο ήλιος της ζωής μέσα στην
καταιγίδα και, όπως πάντα ο λαός με το σταυρό του Γολγοθά και με το βόλι στην καρδιά.
Θα προσπαθήσει το όνειρο να βγάλει από τη λάσπη και να ξεπεταχτεί δειλά μια σπίθα από τη στάχτη
να πρασινίσει πάλι η γη και να γεννήσει από την αρχή.

Γιατί όποιος ζήσει στην κόλαση, ποτέ του δεν πεθαίνει και μέσα από τον θάνατο ανάσταση θα φέρει.-

ΦΑΙΔΡΑ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ - ΚΑΡΑΓΑΤΣΟΥ